- ἀναφροδισίας
- ἀναφροδισίᾱς , ἀναφροδισίαwant of power to inspire lovefem acc plἀναφροδισίᾱς , ἀναφροδισίαwant of power to inspire lovefem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.